Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα ομιλίας του ισπανού φιλοσόφου Φερνάντο Σαβατέρ στο «Φόρουμ του βιβλίου», που οργανώθηκε τον Νοέμβριο του 2008 στο Κάλιαρι.
Η Εμιλι Ντίκινσον γράφει: «Δεν γνωρίζω τίποτα στον κόσμο που να έχει τόση δύναμη όση η λέξη. Μερικές φορές γράφω μία και την κοιτάζω μέχρις ότου αρχίσει να λάμπει». Συχνά με ρωτούν αν η Εμιλι Ντίκινσον, μια συνεσταλμένη ποιήτρια του 19ου αιώνα, ενός αιώνα οπτιμισμού και ακλόνητης πίστης στην πρόοδο (αν και αυτή δεν ήταν βέβαια μια αγωνίστρια), θα σκεφτόταν το ίδιο στον σημερινό κόσμο, έναν κόσμο φόβου. Φόβου για την τύχη της οικονομίας, για την απειλή στην επιβίωση της ανθρωπότητας, για την τρομοκρατία, τον πόλεμο, την εγκληματικότητα. Σε αυτό το ερώτημα εγώ απαντάω: ναι. Για έναν απλό λόγο: το σύμπαν μας έχει θεμελιωθεί από τον λόγο.
Η μυθολογική μας παράδοση λέει ότι «Εν αρχή ην ο Λόγος». Στην αρχή είναι τα λόγια αυτά που γεννούν τα πράγματα. Το ίδιο ισχύει σε μεγάλο βαθμό στη ζωή μας, στην καθημερινότητά μας. Είμαστε συμβολικά όντα, δηλαδή υποταγμένα σε ένα δεσμό λέξεων.
Ο Αριστοτέλης, όταν υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του πολιτικό ζώο, κάτοχος πολιτικής γνώσης, μια ύπαρξη που ζει σε συντροφιά με τους άλλους, το κάνει βασιζόμενος στο γεγονός ότι εμείς οι άνθρωποι μιλάμε, χρησιμοποιούμε μια γλώσσα -την οποία δεν την έχουμε επινοήσει, αλλά την έχουμε βρει ήδη δεδομένη- και ότι αυτή η γλώσσα δίνει μορφή στη σκέψη μας, στις επιθυμίες μας.
Ακόμα και ο αναχωρητής ή εκείνος που αποσύρεται στη μοναξιά του βουνού, μιλάει με τον εαυτό του και με το Θεό με μια γλώσσα που δεν έχει επινοήσει, αλλά την έχει βρει έτοιμη για χρήση. Αυτή η γλώσσα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η κοινωνία που ζει μέσα στον καθένα από μας. Ιδού γιατί αυτό που μας συγκροτεί ως πολιτικά, κοινωνικά και ανθρώπινα όντα και μας καθιστά μέρος του ανθρώπινου γένους είναι η ικανότητά μας να μιλάμε και κυρίως να κατανοούμε το νόημα του γλωσσικού συμβόλου, ενός κόσμου λέξεων.
Οι λέξεις αλλάζουν, όπως αλλάζουν και τα μέσα επικοινωνίας με τα οποία αυτές μεταβιβάζονται από το ένα μέρος στο άλλο, αλλά ο κεντρικός τους ρόλος παραμένει αναλλοίωτος. Χρησιμεύουν για να εκφράζουν τα πάντα: τα συναισθήματα, τα όνειρα και τα σχέδια για το μέλλον, την ορθολογική σκέψη καθώς και τα τρελά πάθη.
Οταν λέω αυτά τα πράγματα, μιλώντας σαν γέρος λόγιος, μου αντιτείνουν ότι σήμερα οι λέξεις υποκαθίστανται συχνά από άλλες, πιο ισχυρές μορφές επικοινωνίας: εικόνες, κινηματογραφικές και τηλεοπτικές ταινίες. Υπάρχει μάλιστα ένα είδος ουτοπικού αφορισμού, που επαναλαμβάνεται συνεχώς, σύμφωνα με τον οποίο μια εικόνα αξίζει περισσότερο από χίλιες λέξεις. Δεν συμφωνώ και δεν είναι αληθινό. Μια εικόνα χωρίς λέξεις δεν αξίζει τίποτα. Αναφέρω ένα παράδειγμα: η φωτογραφία ενός πτώματος σε ένα χωράφι πάνω σε ένα λόφο μπορεί να αντιστοιχεί σε εκείνη του θύματος ενός εγκλήματος, ενός πολέμου, ενός ατυχήματος. Αλλά αυτό το πτώμα μπορεί να είναι και το πτώμα ενός εκτελεσμένου δικτάτορα. Τα συμφραζόμενα θα είναι εκείνα που θα καταστήσουν κατανοητή την εικόνα: τρομερή, αξιοθαύμαστη, θλιβερή.
Προσοχή όμως! Οι λέξεις και οι εικόνες μπορεί να είναι απατηλές. Ενας λόγος παραπάνω για να πούμε ότι μια απομονωμένη εικόνα δεν έχει ποτέ αρκετή δύναμη. Αληθεύει όμως το αντίθετο: οι λέξεις αφαιρούν τη δύναμη των εικόνων.
Αληθεύει επίσης ότι σήμερα οι λέξεις φτάνουν σε μας μέσα από ασυνήθιστα μέσα. Στην αρχή και για πολλούς αιώνες οι λέξεις ήταν αποκλειστικά προφορικές. Στη συνέχεια μετατράπηκαν σε γραπτές λέξεις, με σκοπό να προσδιοριστούν οι νόμοι και οι κανόνες συμπεριφοράς. Μόνον αργότερα θα αρχίσουν να τυπώνονται και να αποδίδονται, ενώ σήμερα φτάνουν σε μας από την οθόνη του υπολογιστή και μέσα από μηνύματα κάθε τύπου. Ωστόσο, επιμένω: η δύναμη των λέξεων συνεχίζει να είναι η ίδια.
Πώς γίνεται αυτό; Επειδή όσο ισχυρή και να είναι η επίδραση των εικόνων, πρόκειται μόνον για μια υπνωτιστική επίδραση. Για να μας κάνει να συλλογιστούμε ή να αναπτύξουμε κριτικό πνεύμα, μια εικόνα δεν είναι αρκετή, ενώ ο λόγος είναι πάντοτε.
Αφού έπλεξα αυτό το εγκώμιο στο λόγο, θα ήθελα να προειδοποιήσω τον αναγνώστη: υπάρχει ένας εθισμός στις λέξεις. Υπάρχουν οι λέξεις που καταλήγουν να χάνουν τη λαμπρή τους όψη και που δεν λάμπουν πλέον, αντίθετα με την εικόνα που έδινε η Εμιλι Ντίκινσον. Μερικές λέξεις, εξαιτίας του ότι επαναλαμβάνονται ή πέφτουν στο κενό, χάνουν το νόημά τους.
Εχω στο νου μου εκφράσεις όπως «δημοκρατία», «ελευθερία» ή ακόμη και εκείνες τις ερωτικές, όπως το «σ' αγαπώ». Τις έχουμε ακούσει πάρα πολλές φορές, έχουμε δει την πραγματικότητα να τις διαψεύδει και επομένως καταλήγουμε να δυσπιστούμε γι' αυτές. Οι λόγοι των πολιτικών, για παράδειγμα, είναι συνήθως γεμάτοι με αυτές τις λέξεις και λένε όλο και λιγότερα ή τίποτα. Ιδού γιατί το να εμφυσήσει νέα ζωή στις λέξεις είναι ένα από τα πιο σημαντικά καθήκοντα της λογοτεχνίας.
Οι μεγάλοι συγγραφείς είναι εκείνοι που κατορθώνουν να δώσουν στις λέξεις κοινής χρήσης -όχι σε εκείνες τις παράξενες ή ασυνήθιστες- μια νέα ζωή, μια νέα δύναμη (...).
ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ
ΠΗΓΗ
ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ
ΠΗΓΗ