Ποιήματα - Νίκος Κυριακίδης


Γενέθλιος ημέρα πρώτη

Τη μέρα πούχε γενέθλια το μωρό της απέναντι,
ξενύχτησα-το δώρο μου-χωρίς να θέλω.
Πήγαμε βόλτα με τα παιδιά των παιδικών μου χρόνων
Μέχρι το βαγόνι που σε πάει πολύ ψηλά.
Βρήκαμε όλα τ΄αρκουδάκια που δεν τα είχαμε παίξει
Κοιτούσαμε απο κει ψηλά τον κάτω κόσμο:
Στο μωβ του χρώμα
Και τα κορίτσια ντυμένα κίτρινα
Μαζί και τις πλεξούδες, της πιο όμορφης απ΄αυτές.
Αυτήν την ξέραμε μετά, σαν μεγάλωσε:
‘’Εμένα ο καβαλάρης μου θ΄αργήσει νάρθει
Πολλοί του κόσμου οι πονεμένοι
Κακές κι οι συγκοινωνίες’’
Το παιδάκι της απέναντι
-γιατί γίναμε αόρατοι και μπήκαμε-
από νωρίς ένιωσε κουρασμένο.
Αδιάφορο με τα γλυκά, τα δώρα, τις φωνές χαράς.
Πρέπει να προτιμούσε κάτι επικίνδυνα καράβια
Παρέα με τους ψαράδες και τ΄αγκίστρια τους.
Η μάνα του πάντως φορούσε τα καλά της
Έλεγε στον άντρα της πως είχε γιορτή το σπιτικό
Τι θα λέγαν οι γειτόνοι για τέτοια μούτρα ;
Στο τέλος της γιορτής με τα καλά τα ρούχα,
έπιασε να πλένει τα πιάτα.
Το μωρό σκέφτηκε: ‘‘Γιορτή να σου πετύχει!
Στο σπίτι μέσα, καθόλου γαλανά’’
Ο πατέρας και η μάνα δεν κοιτιούνται, δεν μιλιούνται
Μονάχα βρίζονται-μα το βράδυ συνήθως πλακώνονται στο στρώμα
‘’Αυτό θα γίνει και σήμερα
Γιορτή να σου πετύχει!’’

ΘΛΙΜΕΝΟ


Κάτι άλλο θα φέρει το καράβι
Όχι τσάι για τη ζέστη
Όχι  κορίτσια σε παρέες μικρές-
Αυτά ταξιδεύουν συνήθως χειμώνες
Και πάντα με τρένο.
Οι φήμες λένε για έναν αρλεκίνο.
Μήπως κάνει τις μέρες μας αληθινές
Τις διακοπές των φτωχών, λειτουργία.
………δεν ήρθε.
Άρχισαν οι ανίες
Ξανανοίξαμε το συρτάρι μας
Το φωτάκι πριν κοιμηθούμε.
Όλοι υποθέτουν πως σε λίγο ως συνηθως,
κανείς δε θα θυμάται-
περιγράφοντας κάτι φωτογραφίες.
Και επικήδειοι σιγανοί μιας αναμονής
Επισκεπτηρίου;