Η βασανισμένη ποιήτρια Κάρμεν Γιάνιες

Τι σας έρχεται στο μυαλό όταν ακούτε ότι κάποιο οίκημα ονομάζεται Βίλα Γκριμάλντι; Κάποια εξοχική κατοικία στη Νότια Ιταλία; Πιθανότατα. Αν, όμως, μαθαίνατε ότι ήταν το διαβόητο κέντρο βασανιστηρίων της μυστικής αστυνομίας του Χιλιανού δικτάτορα Αουγκούστο Πινοσέτ, ίσως να σας σηκωνόταν η τρίχα

Η 59χρονη Χιλιανή ποιήτρια Κάρμεν Γιάνιες, όταν συνελήφθη από τους στρατιωτικούς, μετά τη δολοφονία του προέδρου Σαλβαδόρ Αλιέντε, φυλακίστηκε και βασανίστηκε στη Βίλα Γκριμάλντι. Στο τέλος, βαρέθηκαν και οι βασανιστές. Και αποφάσισαν να την πετάξουν σ' ένα «λόφο», όπου έριχναν παλιά κρεβάτια, «ξεκοιλιασμένα στρώματα», σκουπίδια, γάζες με ξεραμένα αίματα, περιττώματα. Ανθρώπους; Ναι, ανθρώπους.
Την Κάρμεν Γιάνιες, όταν τη βρήκαν ανάμεσα σ' αυτά τα απορρίμματα της καθημερινής ιστορίας, που φωτίζει τη μεγάλη Ιστορία των εθνών, βρισκόταν ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο. Ενα ζωντανό πτώμα. «Η χώρα μου είναι ένας συγγενής γεμάτος περιφρόνηση, /δεν μου ανοίγει τις πόρτες. /Είμαι η ξένη που έρχεται με κακές συνήθειες», έχει γράψει. Στίχοι γραμμένοι με αίμα, χωρίς μεταφορές και παρομοιώσεις.
Οταν δοκιμάζει να γράψει ότι «η ποίηση δεν χρησιμεύει σε τίποτα», εννοεί ακριβώς το αντίθετο. Εχει επιλέξει συνειδητά να προβοκάρει. «Ηθελα στην ουσία να πω ακριβώς το αντίθετο», είναι η χωρίς δεύτερη σκέψη αντίδρασή της, όταν τη ρωτάμε. «Η ποίηση χρησιμεύει για να ποτίσει τα μικρά άνθη στο μέλλον, γιατί είναι ένα είδος μαρτυρίας, γι' αυτό και επιβιώνει της Ιστορίας».
Τωρινός σύντροφός της είναι ο πρώτος της έρωτας, με τον οποίο χάθηκαν, αφού κι αυτός πέρασε από το σχοινί και το παλούκι των βασανιστών με στρατιωτική στολή. Ο Λουίς Σεπούλβεδα και η Κάρμεν Γιάνιες απέκτησαν ένα παιδί, το οποίο μεγάλωσε με τους γονείς της μητέρας του, γιατί μόλις γεννήθηκε ήταν ήδη ένα «εξώγαμο», ένας εχθρός της Χιλής.
Δίπλα στον σταρ Λουίς Σεπούλβεδα δεν αισθάνεται ότι είναι η «ουρά» του, γιατί είναι μια γυναίκα και ποιήτρια με δική της προσωπικότητα. 
Λίγα ακόμη για τη βιογραφία της Κάρμεν Γιάνιες. Μετά την απελευθέρωσή της, κρυβόταν μέχρι το 1981 από τους χουντικούς διώκτες της.
Οπότε, με την παρέμβαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, θα καταφύγει στη Σουηδία, όπου θα ζήσει μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '90.
Εκεί θα επικοινωνήσει με Σουηδούς συγγραφείς και θα συνεργαστεί με σουηδικά περιοδικά. Το 1997 δεν θα επιστρέψει στη Χιλή, αλλά θα βρει στέγη στη γλώσσα της, έστω και στην «εξορία» της ισπανικής πόλης Αστούριας.


- Η πολιτική σας στράτευση σε ποιο βαθμό δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να επιλέξετε να αφοσιωθείτε στην ποίηση;


«Πάντα χρειαζόμαστε ένα ισχυρό εργαλείο για να εκφράσουμε τα συναισθήματα, τις αμφιβολίες και τις βεβαιότητες που μας στοιχειώνουν. Ανακάλυψα την ποίηση στα δεκατρία μου χρόνια και ξέρω πως χωρίς αυτό το αποκούμπι, δεν θα είχα επιζήσει από την επίθεση που μου έκανε η ζωή. Η πολιτική μου δέσμευση, η συμμετοχή μου σε ένα αριστερό κόμμα, η ταξική μου προέλευση -κόρη μιας οικογένειας που ανήκε στην εργατική τάξη, οικογένεια κοινωνικά "εκτεθειμένη" λόγω των πολιτικών της πεποιθήσεων- και μια βαθιά αίσθηση της δικαιοσύνης καθοδήγησαν τους κοινωνικούς μου αγώνες στη χώρα μου, τη Χιλή, με μοναδικό μου όπλο την ποίησή μου».


- Ποια είναι τα αγαπημένα θέματά σας; Και ποια σας είναι αποκρουστικά;


«Η ποίηση, φυσικά, η λογοτεχνία γενικότερα, αλλά στα πάθη μου συμπεριλαμβάνεται και κάτι πολύ πιο πρακτικό, η μαγειρική... Απορρίπτω την ανθρώπινη βλακεία, την άγνοια, την απληστία κι όλα αυτά τα ελαττώματα που οδηγούν την ανθρώπινη φυλή στην αυτοεξόντωση».


- Σε ποιο βαθμό η βιογραφία σας επηρεάζει την ποίησή σας;


«Η βιογραφία μου δεν θα με είχε επηρεάσει αν δεν είχα πέσει θύμα της δικτατορίας, κάτι που με ώθησε να θέλω να μιλήσω και για όλα τα άλλα "ανώνυμα" θύματα. Εζησα στο πετσί μου τη φρίκη της δικτατορίας του Αουγκούστο Πινοσέτ, μιας εκ των πιο αιμοσταγών δικτατοριών της Λατινικής Αμερικής, σε έναν από τους 1.500 μυστικούς "οίκους" βασανιστηρίων, που ήταν σπαρμένοι σ' όλη τη Χιλή και που έφερε το όνομα Βίλα Γκριμάλντι.
Από εκεί πέρασαν περίπου 5.000 άνθρωποι, άνδρες και γυναίκες, οι περισσότεροι εκ των οποίων ανήκουν πλέον στη θλιβερή κατηγορία των "εξαφανισθέντων κρατουμένων".
Σήμερα, ο τόπος αυτός, που έγινε συνώνυμο του πόνου, μετατράπηκε σε έναν τόπο μνήμης χάρη στους χιλιάδες ενσυνείδητους πολίτες που αντιστάθηκαν στις κατασκευαστικές εταιρείες και στις προσπάθειές τους να εκμεταλλευτούν εμπορικά την ιστορική αυτή βίλα. Σήμερα αποκαλείται: "Κέντρο για την Ειρήνη, Βίλα Γκριμάλντι".
Η δουλειά ενός ποιητή είναι να αποτελεί μέρος της πραγματικότητας. Σε ό,τι με αφορά, δεν διαθέτω την αμετροέπεια να προσπαθήσω να τη μεταβάλω, απλά θέλω να γίνω μία από τις πολλές φωνές που αναζητούν δικαιοσύνη - ειδάλλως, ο γραπτός λόγος δεν έχει λόγο ύπαρξης».


- Ποιον ποιητή ή ποια ποιήτρια της χώρας σας θεωρείτε ποιητικό σας πρόγονο;


«Πολλούς και διάφορους, αλλά πρέπει και να απονείμω δικαιοσύνη: Πάμπλο Νερούδα, Γκαμπριέλα Μιστράλ, Πάμπλο Δε Ρόκα, Βιθέντε Ουιντόμπρο, Χόρχε Τέιγερ, Οσκαρ Χαν, Τερέζα Καλντερόν, Μάλου Ουριόλα».


- Οταν δεν γράφετε ποίηση, πως είναι μια καθημερινή σας ημέρα;


«Μιας γυναίκας που, απλά, έχει μέσα της πολλή αγάπη και ακολουθεί τη σοφή συμβουλή του ποιητή Σέζαρ Βαγέχο: "Συγύρισε το σπίτι σου, στρώσε το τραπέζι σου και ζήσε γλυκά, εν ονόματι όλων". Κι αυτό, γιατί έφτιαξα τη ζωή που έφτιαξα, τα παιδιά μου, τα εγγόνια μου, κι αφού οι εκτελεστές δεν τα κατάφεραν μ' εμένα, είμαι κι εγώ εδώ. Ορθια». 

Του ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ

ΠΗΓΗ