Η ζωή εν τάφω - Στρατής Μυριβήλης (απόσπασμα)

Ακόμα μια εικόνα που μούμεινε χτυπημένη στο νου σαν τα νούμερα που πατάνε στα καπούλια των αλόγων του στρατού με πυρωμένο σίδερο:
Μια τετράγωνη άσπρη σκηνή δίπλα σ’ ένα ποτάμι με καταπράσινες οχτιές. Ένα ειδυλλιακό ποταμάκι για καρτποστάλ. Ήταν ένα ιταλικό νοσοκομείο. Στην ακροποταμιά καθόντανε μια μεγάλη αράδα, τα μέτρησα, τριανταδυό παλικάρια. Καθόντανε πάνου στο μαλακό χορτάρι κάτω από τις λεύκες που φλυαρούσανε συναμεταξύ τους δροσερά με τις φυλλωσιές και με τα πουλιά τους. Είχαν τα πόδια απλωμένα προς το νερό που περνούσε γλήγορο και χαρούμενο. Φορούσαν όλοι τους γαλάζιες νοσοκομειακές στολές κι ολωνώνε τα μάτια ήτανε σφιχτοδεμένα μ’ έναν μαύρον επίδεσμο.
Ακούγανε σωπαίνοντας το νερό που τραγουδούσε κάτω από τα πέδιλά τους, τα δέντρα και τα πουλιά να μιλάνε ψηλά πάν’ από τα κεφάλια τους. Τα χέρια χαϊδεύανε τη χλόη, για ψάχνανε με μικρές λυπητερές κινήσεις να γιομίσουνε μια πίπα. Ένας τους έσυρε σπίρτο και το κρατούσε αφαιρεμένος, ώσπου κάηκε ως κάτου και τούκαψε τα δάχτυλα. Τα πέταξε ξαφνιασμένος στο νερό και σάλιωσε τα δάχτυλά του βιαστικά. Κάποτε τα χείλια τους κουνιόντανε δίχως να φτάνουν ίσαμ’ εμάς τα λόγια τους. Μερικοί γελούσανε γλυκά. Ήταν όλοι τους όμορφα μελαχρινά παιδιά της Ιταλίας, με ολόμαυρα μαλλιά και στόματα παιδιάστικα. Κ’ ήταν όλα τυφλά από τα δακρυογόνα. Όλα κείνα τα μαύρα μάτια ήταν πεθαμένα, ίσως για πάντα, κάτω από τους θλιβερούς επιδέσμους. Τότες κατάλαβα γιατί δεν μιλούσαν ή μιλούσανε σιγαλινά σαν μέσα στο Ιερό. Ακούγανε νοσταλγικά με όλο τους το κορμί τα μυστικά κρυφόλογα της γλυκιάς ζωής, που τους δηγότανε για το φως, για τα νερά, για τις γυναίκες που είναι σαν καρποί και σαν ρόδα, για τον ήλιο και για τα λουλούδια που δε θα τα ξαναβλέπανε ποτές πια. Με τα τυφλά τους μάτια κοίταζαν με φρίκη μια παγωμένη αλήθεια, που εμείς δεν μπορούσαμε να τη δούμε, γιατ’ είχαμε ακόμα γερά τα δικά μας.
Θε μου… Άνοιξα μεγάλα τα μάτια, να κοιτάξω δυνατά και περιληπτικά όλη τη Φύση την κρουστή, να πιω μονορούφι όλο της το νόημα, σαν άνθρωπος που πρόκειται να στραβωθεί σε λίγο για πάντα.