Ταξίδι στην άκρη της νύχτας - Λουί Φερντινάν Σελίν (αποσπάσματα)

Υπάρχουν σε αυτόν τον κόσμο δύο καλοί τρόποι να ψοφήσει ο φτωχός: είτε απ' την απόλυτη αδιαφορία των ομοίων του εν καιρώ ειρήνης είτε απ' το ανθρωποκτόνο πάθος των ιδίων εν καιρώ πολέμου. Άμα βαλθούν να σκέφτονται εμάς, οι μάγκες, είναι αμέσως για να μας βασανίσουν, και τίποτε άλλο. Μόνο καταματωμένοι παρουσιάζουμε ενδιαφέρον για τα καθάρματα!
(...)Το μόνο που ξέρει ο κόσμος είναι να σε σκοτώνει, σαν τον κοιμισμένο είναι ο κόσμος που σε πλακώνει στον ύπνο του , όπως σκοτώνει ο κοιμισμένος τους ψύλλους του. Να ένας ηλίθιος τρόπος να πεθάνεις, έλεγα μέσα μου, όπως όλος ο κόσμος , δηλαδή. Η εμπιστοσύνη στους ανθρώπους είναι ήδη λιγάκι θάνατος.
(...)Παραδίνεσαι στον θόρυβο όπως παραδίνεσαι στον πόλεμο. Αφήνεσαι στις μηχανές με τις τρείς ψωροϊδέες που παραδέρνουν ακόμη πάνω ψηλά, πίσω από το κούτελο. Πάει τελείωσε. Ό,τι κοιτάς οπουδήποτε, ό,τι αγγίζει το χέρι, είναι τώρα σκληρό. Κι ό,τι καταφέρνεις ακόμη να θυμηθείς είναι άκαμπτο σαν σίδερο κι άνοστο πιά μες στην σκέψη.Γεράσαμε φριχτά μονομιάς.
Πρέπει να καταργηθεί η έξω ζωή, να γίνει ατσάλι, κάτι χρήσιμο. Δεν την αγαπούσαμε αρκετά όπως ήταν, γι' αυτό. Πρέπει να γίνει αντικείμενο λοιπόν, στερεό, έτσι έχει ο Κανόνας.
(...)Με λίγα λόγια όσο είσαι στον πόλεμο, λές πως θα 'ναι καλύτερη η ειρήνη, κι έπειτα πιπιλάς αυτήν την ελπίδα σαν καραμέλα, κι έπειτα είναι σκατά και απόσκατα. Δεν τολμάς να το πείς στην αρχή, μην τυχόν και αναγουλιάσει κανένας. Το παίζεις καλό παιδί, κοντολογίς. Κι έπειτα, μιάν ωραία πρωία, καταλήγεις παρ' όλα αυτά να το ξεράσεις μπροστά σε όλον τον κόσμο. Έχεις βαρεθεί να τσαλαβουτάς στον βόθρο . Μα τότε ο κόσμος σε βρίσκει υπερβολικό. Και τέρμα.
(...)Τί τρελοκομείο η στερημένη ζωή! Μια τάξη είναι η ζωή, κι η πλήξη είναι ο παιδονόμος της, που διαρκώς σε κατασκοπεύει. πρέπει πάση θυσία να μοιάζεις απασχολημένος με κάτι πολύ συναρπαστικό, ειδάλλως πλακώνει και σου ροκανίζει το μυαλό. ΄Οταν η μέρα δεν είναι τίποτα άλλο από ένα σκέτο εικοσιτετράωρο, δεν υποφέρεται. Μια μακριά, σχεδόν αβάσταχτη ηδονή πρέπει να είναι η μέρα, μία μακριά συνουσία, θες δε θες.
Σου κατεβαίνουν λοιπόν σιχαμερές σκέψεις, όσο σ' αποβλακώνει η ανάγκη, όσο μέσα στο κάθε σου δευτερόλεπτο στριμώχνεται ένας πόθος για χίλια άλλα πράγματα, ένας πόθος για αλλού.
[...] Βυθίζεσαι , τρομάζεις στην αρχή μες στην νύχτα, μα θες παρ' όλα αυτά να καταλάβεις, και τότε δεν εγκαταλείπεις πια τα βάθη. Είναι, όμως, πολλά τα πράγματα που πρέπει να καταλάβεις ταυτόχρονα. Κι είναι πολύ σύντομη η ζωή. Δεν θες να αδικήσεις κανέναν. Έχεις ενδοιασμούς, διστάζεις να τα κρίνεις όλα μονομιάς και προπαντός φοβάσαι μην αναγκαστείς να πεθάνεις ενόσω διστάζεις, γιατί τότε θα 'χεις έρθει τζάμπα στην ζωή. Ό,τι χειρότερο.
...